Στις 26 Οκτωβρίου, τη μέρα γιορτής όλης της Θεσσαλονίκης και του Προστάτη της, Αγίου Δημητρίου, αποφάσισα να τιμήσω την παράσταση που έχει ανέβει στο Θέατρο Αυλαία με την δημοσιογράφο μου, που με συνόδευε σ’ αυτήν μας την έξοδο. Και όπως ο Άγιος Δημήτριος σκότωσε το Λυαίο, είδα και εγώ την παράσταση και τον Λόρκα να με πηγαίνει σε ένα αιματοβαμμένο γάμο που είχε διαβάσει στην Αλμερία του 1928. Η μουσική υπόκρουση, το ισπανικό ταπεραμέντο των χαρακτήρων, η λαογραφία και η ποίηση και ο μεστός λόγος του Λόρκα, απλά με μάγεψαν.
Σ’ ένα θεατρικό, που οι χαρακτήρες είναι επίπεδοι, χωρίς ονόματα, χωρίς προσωπικότητα, βάθος και θεατρικότητα, πάλι η παράσταση έφερνε ένα ρίγος που το ένιωθες σ’ όλη την σπονδυλική σου στήλη. Και δεν ήταν τα ονόματα των χαρακτήρων που έλειπαν και απλώς αναφέρονταν ως Νύφη, Γαμπρός, Μάνα Γαμπρού, Πατέρας Νύφης, έλειπαν και τα πρόσωπα των χαρακτήρων,καθώς αντ’ αυτών υπήρχαν μάσκες και προσωπεία από ζώα. μ’ αυτόν τον τρόπο, σου αφαιρούσε τη δυνατότητα να προσωποποιήσεις το ρόλο με κάποιο ηθοποιό, και να επικεντρωθείς σ’ αυτόν. Βάζοντας τις μάσκες οι ηθοποιοί έδιναν ένα παγκόσμιο, διαχρονικό και απρόσωπο τόνο. Όλα αυτά σε συνδυασμό, με το ηθογραφίκο κομμάτι με την αγροτική ζωή και την εθιμοτυπική λειτουργία του γάμου έρχονται και δένουν τη παράσταση τόσο δυνατά. Η ανδαλουσιανή μουσική που ήταν σχεδόν σε κάθε σκηνή, οι υπέροχες φωνές των ηθοποιών, αυτή η –ξεχωριστή- ισπανική ιδιοσυγκρασία, μαζί με το Θάνατο και το Φεγγάρι προσωποποιημένα και ένας χορός ανάμεσα σε πραγματικό και φανταστικό ήταν μερικά στοιχεία που έκαναν την παράσταση ξεχωριστή και αποδείκνυαν το μεγαλείο του Λόρκα.
Σε ό, τι αφορά τώρα τους ηθοποιούς, υπήρχαν τόσες δυνατές ερμηνείες, που ήταν αρκετά δύσκολο να ξεχωρίσω μια που θα ξεχώριζε. Η Νύφη (Τζώρτζια Βογίατζογλου) με το κόκκινο φόρεμα της που από την αρχή μας έδειχνε την πορεία της παράστασης με αυτό το χρώμα, διχασμένη, κοντά στα όρια της παράνοιας για το ποίον να διαλέξει, τον Λεονάρντο, τον άντρα που γνώρισε πρώτο, ερωτεύτηκε, αρραβωνιάστηκε και έπειτα χώρισε ή το Γαμπρό που είναι αυτός που θα της δώσει την ευτυχία, την ηρεμία, τα παιδιά, μια ασφάλεια και μια ατελείωτη αγάπη; Η κραυγή της μετά την μάχη των δυο, ειλικρινά, με έκανε να ανατριχιάσω. Μπορούσες να νιώσεις εκείνη την στιγμή τον πόνο της.
Έπειτα, οι δυο αντίζηλοι. Ο Γαμπρός (Δημήτρης Φεσσάς) και ο Λεονάρντο (Δημήτρης Βασιλειάδης) ήταν εξαιρετικοί. Ο Γαμπρός τόσο αγέρωχος, έβλεπες ανάγλυφα την αγάπη που είχε για την Νύφη και πόσο πολύ την ήθελε για γυναίκα του, και ο Λεονάρντο συνοδευόμενος με την παράνοια του, οι πόθοι του για την Νύφη δεν είχαν σβήσει ποτέ και δε δίστασε να την διεκδικήσει και την νύχτα πριν το Γάμο και τη μέρα του Γάμου, αδιαφορώντας περίτρανα για την Γυναίκα του και το παιδί του. Η τιτάνια μάχη μεταξύ των δύο ηθοποιών ήταν ένα από τα ορόσημα της παράστασης. Απλά σε έκανε να αγωνιάς για την κατάληξη και το τι θα ακολουθούσε μετά.
Για μένα η ερμηνεία που ξεχώρισε, όσο το δυνατόν γινόταν, γιατί όλοι οι ηθοποιοί ήταν εξαίρετοι, ήταν η Μάνα του Γαμπρού ( Όλγα Καλαμά). Μια τόσο συγκινητική, τόσο δυνατή ερμηνεία, που σου έβγαζε τον πόνο που είχε ζήσει η γυναίκα από το θάνατο του ενός γιου της και του άντρα της-τρία χρόνια είχε προλάβει να ζήσει παντρεμένη μαζί του- και στο τέλος, η εικόνα την πάνω από το νεκρό σώμα του γιού της, ήταν τουλάχιστον κορυφαία. Παρακολουθούσα με δέος τον λόγο της, την απεικόνιση της πραγματικότητας της μετά από το θάνατο του γιου της και το μεγαλείο της ψυχής της που δε προσπαθεί να εκδικηθεί αλλά αγκαλιάζει και απογειώνει το θάνατο και την αγάπη για το γιο της, μόνο δάκρυα μπορεί να φέρει στα μάτια σου η ερμηνεία της.
Το σκηνικό ξεχωριστό, σαν την παράσταση. Κορμοί δέντρων, κλαδιά χωρίς φύλλα κατά μήκος όλης της σκηνής για να μπορούν να δώσουν την εικόνα αυτής της Ισπανίας, κάποια τραπέζια και καρέκλες που ερχόντουσαν και έφευγαν και οι ηθοποιοί ντυμένοι με τα ρούχα της εποχής,
Ο Ματωμένος γάμος, λοιπόν, μιλάει ουσιαστικά για το σεξ, όπως αυτό φιλτράρεται από την επιθυμία, την ηθική και τον έλεγχο-προσωπικό και κοινωνικό-. Τι άλλο να κάνουν αυτοί οι απομονωμένοι χαρακτήρες με το χρόνο τους? Όταν είναι νέοι το θέλουν. Καθώς μεγαλώνουν, συμβιβάζονται στο να ελέγχουν το πώς οι νέοι το έχουν ή δε το έχουν, προσπαθώντας παράλληλα να μην ξεμένουν οι ίδιοι μόνοι τους ή να υποσιτιστούν. Μία Μήδεια, αλλά σε μια πιο ζοφερή εκδοχή.
Μια τραγωδία για την ανθρώπινη φυση, για το αίμα που την χαρακτηρίζει, για το μοιραίο και το αναπόφευκτο, το πάθος και το θάνατο. Δίψα για ζωή, για αίμα, για θάνατο, άνθρωποι που δεν μπορούν να ξεφύγουν από μια σκληρή και πολλές φορές άδικη μοίρα. Και όλα αυτά συνοδευμένα από μια φολκλορική ανδαλουσιανή μουσική, τη λυρικότητα του “λορκικού” θεάτρου και της ποίησης του που απορρέει μέσα από τους διαλόγους των ηθοποιών, καθιστούν την παράσταση εξαιρετική.
ΥΓ.1 Καταπληκτική σκηνή ,για μένα, ήταν κατά διάρκεια του γάμου όπου κάνει την είσοδό του ο Θάνατος και με ένα κόκκινο νήμα, δίνοντας την αρχή στην Νύφη και τυλίγοντας τον Γαμπρό και τον Λεονάρντο μέσα σ’ αυτό το τρίγωνο, σου έδινε ακόμη μια εντύπωση του πόσο δυνατές ήταν οι σχέσεις ανάμεσα στα πρόσωπα και πως αυτό το τρίγωνο θα είχε ένα πολύ βίαιο τέλος.
ΥΓ.2 Εξίσου αξιοσημείωτη η σκηνή πάνω από τα πτώματα των δύο αντίζηλων με την Μάνα και την νύφη,όπου η νύφη προσπαθεί να δικαιολογήσει την στάση της και να αποδείξει την τιμή της στη Μάνα, και το μεγαλείο της ανθρωπιάς της Μάνας. Από τις πιο δυνατές σκηνές που έχω δει ποτέ.
by Γιώργος Χ.Τζέλης