Πόσο εύκολα μπορεί η μάζα να συσπειρωθεί εναντίον ενός προσώπου “εξοστρακίζοντάς” το ολοσχερώς από τη δημόσια σφαίρα; Πώς μπορεί ένα hashtag να χρησιμοποιηθεί ως όπλο ενός σύγχρονου λαϊκού δικαστηρίου που πυροδοτεί στο έπακρο την οχλαγωγία; Αυτά είναι ερωτήματα που δημιουργούνται εύλογα σε οποιονδήποτε έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το φαινόμενο της κουλτούρας ακύρωσης ή Cancel Culture, όπως είναι γνωστή παγκοσμίως. Πάμε λοιπόν να αναλύσουμε τί ακριβώς εννοούμε με τον όρο “Cancel Culture” και ποιες είναι οι προεκτάσεις που μπορεί να λάβει μία τέτοια πρακτική.
Το Cancel Culture είναι ένα φαινόμενο το οποίο συναντάται σε μεγάλο βαθμό στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και αποσκοπεί ουσιαστικά στην περιθωριοποίηση και την αποδοκιμασία δημοσίων προσώπων, επιχειρήσεων ή οργανισμών όταν αυτοί εκφράζουν απόψεις ή στάσεις που δεν είναι κοινωνικά αποδεκτές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένα φαινόμενο αρκετά συγγενές με αυτό που ονομάζεται “Call Out Culture“, την κουλτούρα δηλαδή της δημόσιας κατακραυγής και της “απογύμνωσης” ατόμων που προβαίνουν σε κατακριτέες πράξεις όπως είναι ο εκφοβισμός, η παρενόχληση κτλ.
Η διαφορά όμως είναι ότι στην κουλτούρα της ακύρωσης δεν αρκεί απλά η δημόσια επίκριση ενός ατόμου και ο αρνητικός σχολιασμός των δηλώσεών του. Οι μάζες συσπειρώνονται με έναν κοινό σκοπό: Την εξαφάνιση (ακύρωση) οποιουδήποτε προσώπου -ανεξάρτητα από το ποιόν και την μέχρι τότε πορεία του- με το πρόσχημα της υιοθέτησης αμφιλεγόμενων στάσεων που μπορεί να τον καταστήσουν επικίνδυνο για το κοινωνικό σύνολο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα πρόσωπο μπορεί να “ακυρωθεί” όχι μόνο για σοβαρά ζητήματα όπως η παρενόχληση που προαναφέρθηκε, αλλά και για κάποια παλαιότερη δήλωση που μπορεί να είχε κάνει και επανήλθε στο προσκήνιο, είτε ακόμα και για τη συνολική στάση ζωής που έχει επιλέξει αν αυτή αποκλίνει από το πρότυπο που έχει δημιουργήσει ο σύγχρονος άνθρωπος.
Η προέλευση του φαινομένου αυτού έχει αρκετά οξύμωρο χαρακτήρα καθώς έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στην ταινία New Jack City του 1991, όταν σε μία σκηνή ένας έμπορος ναρκωτικών είπε την ατάκα “Cancel that b****” καθώς έσπρωχνε με βία την κοπέλα του.
Για να έρθουμε όμως στα πιο σύγχρονα δεδομένα, πάμε να δούμε μερικά παραδείγματα διάσημων προσωπικοτήτων που έπεσαν θύματα του Cancel Culture. Το 2020, η συγγραφέας J.K Rowling “ακυρώθηκε” λόγω ενός tweet που έκανε, το οποίο κρίθηκε ότι περιέχει τρανσφοβικό περιχόμενο. Επίσης, η ηθοποιός και παρουσιάστρια Ellen DeGeneres κατηγορήθηκε για ανάρμοστη και εκφοβιστική συμπεριφορά προς τους συνεργάτες της, με αποτέλεσμα να προκαλέσει την οργή του λαού και να δημιουργηθεί ένα μεγάλο σκάνδαλο γύρω από το όνομά της. Ως αποτέλεσμα αυτού, η εκπομπή που παρουσίαζε υπέστη μεγάλη κρίση καθώς πολλοί χορηγοί αποσύρθηκαν και οι καλεσμένοι αρνούνταν να παρευρεθούν σε αυτή. Εκτός όμως από τα παραδείγματα διασήμων, υπάρχουν και περιπτώσεις απλών ανθρώπων όπως π.χ Διευθυντών περιοδικών που έχασαν τη δουλειά τους επειδή δημοσίευσαν άρθρα που αξιολογήθηκαν ως μη πολιτικά ορθά.
,
Αρκετές φορές έχει υποστηριχθεί από τους υπερασπιστές του Cancel Culture ότι το φαινόμενο αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το δικαίωμά μας στην ελευθερία του λόγου και των απόψεών μας καθώς επίσης και ότι αποτελεί πράξη ακτιβισμού. Ωστόσο, παρόλο που σε περιπτώσεις, όπως είναι η σεξουαλική παρενόχληση, είναι αναγκαίο το shout out και η επίκριση, σε άλλες περιπτώσεις με μικρότερη βαρύτητα,το εν λόγω φαινόμενο μπορεί να επιφέρει οδυνηρές επιπτώσεις. Το να καταδικάσεις κάποιον και να θέλεις να τον “εξαφανίσεις” απεμπολώντας κάθε μορφή θαυμασμού από το πρόσωπό του συχνά αποτελεί ένδειξη εσωτερικής ανεπάρκειας. Αδιαμφισβήτητα, μπορεί να δημιουργήσει στο θύμα διάφορα προβλήματα ψυχολογικής φύσης που θα τον εμποδίσουν από το να συνεχίσει τη ζωή του. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που διστάζουν να μιλήσουν για τα πιστεύω τους, επειδή φοβούνται την επίκριση και τον μηδενισμό από την κοινωνία.
Καθώς λοιπόν η τακτική αυτή συνεχίζεται δυναμικά στα social media και έχει αποτυπωθεί στη συνείδηση πολλών ανθρώπων, καλό θα είναι να θυμόμαστε ότι η απάντηση σε μία συμπεριφορά που αποκλίνει από τη δική μας δεν είναι η ασύδοτη καταδίκη και ότι η πόλωση δεν μπορεί παρά να φέρει αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που πιστεύουμε ή επιθυμούμε. Η προσοχή μας πρέπει να επικεντρώνεται πάντα στην εκάστοτε πράξη ή στα λεγόμενα ενός ανθρώπου και όχι στη συνολική του εικόνα και στο ποιόν του. Τέλος, θα ήταν χρήσιμος ένας επαναπροσδιορισμός του ποιές συμπεριφορές επιβάλλεται να επικρίνονται και ποιές όχι, ούτως ώστε ο καθένας να μπορεί να τις διακρίνει και να τις αξιολογεί κριτικά.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν: vox, athensvoice