Αν με ρωτούσε κανείς μέχρι πριν λίγους μήνες για την arte povera, πέρα από την κυριολεκτική μετάφραση της φράσης, δεν θα είχα κάτι παραπάνω να πω. Μια ασήμαντη αφορμή στάθηκε η έμπνευση για ένα μικρό άρθρο, σχετικό με την τέχνη του να δημιουργείς πολλά με τα λίγα.
Εν ολίγοις η «φτωχή τέχνη» πρόκειται για ένα κίνημα τέχνης που ξεκίνησε από την μεταμοντέρνα Ιταλία και συγκεκριμένα το Torino, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960. Η arte povera στηρίχθηκε, όπως και πολλά είδη τέχνης ανά τους αιώνες, στις κοινωνικές αναταράξεις της εποχής στην Ιταλία και με πρωτοπόρο τον Germano Celant το 1967 και σκόπευε στην επίθεση στους καθιερωμένους θεσμούς της κυβέρνησης και την τότε μεγαλεπίβολη αντίληψη για την τέχνη και τα έργα της.
“What is happening? Banality is entering the arena of art. The insignificant is coming into being, or rather, it is beginning to impose itself. Physical presence and behavior have themselves become art… We are living in a period of deculturation. Iconographic conventions are collapsing, symbolic and conventional languages crumbling.”
Germano Celant
Οι εκφραστές του συγκεκριμένου είδους τέχνης επέλεξαν και επιλέγουν να δημιουργούν μη παραδοσιακή τέχνη, καθώς χρησιμοποιούν υλικά όπως χώμα, κλαδιά, νεκρή φύση ή παλιά υφάσματα προκειμένου να δημιουργήσουν το έργο τέχνης τους. Αμφισβητούν, έτσι, την εμπορευματοποιημένη τέχνη και τη συμβατική και με στοιχεία ελιτισμού νοοτροπία των σύγχρονων γκαλερί.
Πώς σχετίζεται η arte povera με την πραγματική ζωή;
Μήπως η arte povera και τα αντισυμβατικά είδη τέχνης, αυτά που αντιδρούν σε ένα συγκεκριμένο ανά περίοδο καλλιτεχνικό καθεστώς θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για την πραγματική ζωή; Δεν είναι άλλωστε η τέχνη εμπνευσμένη από τη ζωή;
Η νοοτροπία του να έχεις και να αρκείσαι στα λίγα, στα «φτωχά», στα παλιά, θα μπορούσε να έχει μια πρακτική εφαρμογή στην καθημερινή ζωή. Η επαναχρησιμοποίηση παλαιότερων αντικειμένων, αντικών και ρούχων είναι ήδη γνωστή στις μέρες μας και παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού προτείνει την επιλεκτική επιλογή κομματιών, άλλοτε αξίας, σε σχέση με την αλόγιστη συλλογή πολλών και συχνά αχρείαστων αντικειμένων. Είναι δηλαδή, μια αντιπρόταση στην εμπορευματοποίηση της μόδας και τον υπερκαταναλωτισμό, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς.
Τί γίνεται όμως, όταν η νοοτροπία αυτή μεταφέρεται στον πνευματικό και ψυχικό κόσμο; Εδώ, η arte povera μας εμπνέει εξίσου να δημιουργήσουμε πολλά με τα λίγα, να επενδύσουμε στον πνευματικό κόσμο, χωρίς να υπάρχει απαραίτητα διασύνδεση με τον υλικό. Μας δείχνει, τέλος, το πόσο απλά και φαινομενικά αβίαστα καταλήγουμε σε ένα ποιοτικό αποτέλεσμα, το πόσο δημιουργικά μια κοινωνική ασυμφωνία δημιουργεί τέχνη, το πόσο επιτυχημένα, θα έλεγε κανείς, καλλιεργείται η ανατροπή σε μια κατάσταση που δεν μας ικανοποιεί αν επικεντρωθούμε στην ουσία και όχι στις λεπτομέρειες.
Εξάλλου, τα φαινόμενα απατούν και αν κάτι αποδεικνύεται επανειλημμένα είναι ότι με πολλά μικρά και απλά βήματα φτάνει κανείς στο στόχο. Είναι η arte povera μια έμμεση στάση απόρριψης της πεπατημένης και δημιουργικής αναζήτησης του καινούριου μέσα από το παλιό σε μια εποχή που το έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ;
Βιβλιογραφία
Βικιπαίδεια, Arte Povera
Artsper Magazine, Arte Povera: A Short Guide
MoMA, Arte Povera
The Art Story, Arte Povera