Σε μια μακρινή εποχή, που συνωστιζόμασταν μέσα στα λεωφορεία και στα καφέ… Πηγαίναμε σε συναυλίες, σε πάρτι και σε αθλητικούς αγώνες… Κάναμε εκδρομές και ανέμελα ταξίδια εντός και εκτός χώρας… Όλα αυτά, βέβαια, προτού κάνει τη θεαματική του είσοδο το 2020 και μαζί του ο Covid-19.
Εγώ, λοιπόν, καθώς βρισκόμουν σε ξεκάθαρη άρνηση για τα δρώμενα της φετινής χρονιάς- όπως και για το δεύτερο Lockdown που κοντοζύγωνε τότε- αποφάσισα να πάω μια εκδρομή όπως τα παλιά τα χρόνια. Να το ζήσω βρε παιδί μου! Σαββατοκύριακο, ρεπό από τη δουλειά, και μετά από μία γρήγορη αναζήτηση στους κοντινότερους προορισμούς για απόδραση από Θεσσαλονίκη, βρέθηκα με ένα σακίδιο στο αμάξι και ένα ακόμη άτομο για οδηγό και παρέα (τηρώντας τα κυβερνητικά μέτρα πάντα) να κατευθυνόμαστε για Μετέωρα-Καλαμπάκα.
Το ταξίδι διήρκεσε κάτι λιγότερο από 3 ώρες σε μια ευχάριστη διαδρομή, πλην των εκνευριστικά πολλών διοδίων. Μιλάμε για ΠΟΛΛΆ διόδια. Αν είσαι διατεθειμένος να αποχωριστείς την άνεση που σου προσφέρει ένα αμάξι και έχεις και λίγο περισσότερο οικολογική συνείδηση από εμένα την ανίδεη, τότε το να γλιτώσεις όλα αυτά τα διόδια μπορεί να προστεθεί στα θετικά του να ταξιδέψεις μέχρι εκεί με λεωφορείο ή τρένο.
Είχαμε κλείσει ένα δωμάτιο στο χωριό Καστράκι λίγο μετά την Καλαμπάκα και ακριβώς κάτω από τα Μετέωρα. Ήδη πλησιάζοντας την Καλαμπάκα το θέαμα που αντίκρισα ήταν εξωπραγματικό. Τεράστιοι βράχοι στη μέση της κοιλάδας. Τόσο επιβλητικοί που πραγματικά χαίρομαι που δεν οδηγούσα εγώ καθώς δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από πάνω τους.
Φτάσαμε στο χωριό και το δωμάτιο βρισκόταν σχεδόν κάτω από τα βράχια. Ήταν απόγευμα Παρασκευής όταν φτάσαμε και ο ήλιος είχε ξεκινήσει να δύει οπότε η ανάβαση ήταν αδύνατη. Αποφασίσαμε λοιπόν να πάμε για βόλτα και φαγητό στην Καλαμπάκα. Όμορφη μικρή πόλη, που σχεδόν από παντού μπορούσες να δεις τους μερικώς φωτισμένους βράχους.
Σάββατο πρωί
Η ανάβαση στα μοναστήρια ξεκίνησε. Κάπου εδώ να αναφέρω πως ήταν ένα άκρως φοιτητικό διήμερο, οπότε όπως καταλαβαίνεται η επιλογή του ξεναγού ήταν εκτός προϋπολογισμού. Το θετικό ήταν πως όσες μονές βρίσκονταν ακόμα σε λειτουργία (6 συνολικά) είχαν πολλούς πίνακες με πληροφορίες στα δωμάτια τους όπως ακριβώς ένα μουσείο.
l
Σε όλη τη διαδρομή υπάρχουν αρκετά μέρη όπου μπορεί κάποιος να σταματήσει για να απολαύσει τη θέα. Σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη το δωματίου που νοικιάσαμε ακόμα και οι ντόπιοι πολλές φορές ανεβαίνουν με ένα καφέ για να απολαύσουν το φυσικό τοπίο. Προφανώς και σταματήσαμε σχεδόν οπουδήποτε ήταν εφικτό για φωτογραφίες.
Σε μία από αυτές βρήκα και τον πιο χαλαρό γάτο σε όλα τα Μετέωρα, τον οποίο δεν ενδιέφερε καθόλου που ξάπλωνε στο χείλος του γκρεμού.
Προσωπικά θα έλεγα πως ακόμα και αν δεν σε ενδιαφέρει το θρησκευτικό κομμάτι, μια βόλτα στις πανέμορφες μονές αξίζει για να μάθεις τον τρόπο ζωής των μοναχών.
‘Άρχισε να νυχτώνει και σιγά-σιγά ξεκίνησε η κατάβαση. Το βράδυ επιλέξαμε να επισκεφτούμε ένα τοπικό ταβερνάκι. Τα στενά του χωριού σε συνδυασμό με τα πέτρινα κτήρια και τους θεόρατους βράχους προσέδιδαν μια ατμόσφαιρα που καμία περιγραφή όσο γλαφυρή και να είναι δεν μπορεί να σε κάνει να αισθανθείς το ίδιο.
Κυριακή πρωί- Ημέρα Γυρισμού.
Ένα τελευταίο καφέ σε μια από τις κορυφές των βράχων. Η θέα της κοιλάδας αλλά και των βουνών στο βάθος εξίσου συγκλονιστική με την πρώτη φορά που τα αντικρίζεις. Δύο σκέψεις στο μυαλό μου. Η πρώτη είναι πόσο όμορφα θα είναι χιονισμένα και η δεύτερη πως σίγουρα θέλω να το επισκεφτώ ξανά.
Κάποια tips που έχω να δώσω είναι για τα κορίτσια να φέρουν μαζί τους κάποια μακριά φούστα, διαφορετικά θα αναγκαστείτε να αγοράσετε ένα πανί που παρέχουν στην είσοδο των μοναστηριών για να μπορέσετε να εισέλθετε. Επίσης αν έχει καλό καιρό και εσείς διαθέτετε γερά πνευμόνια η ανάβαση με ποδήλατο είναι μοναδική εμπειρία.
Μια σύντομη στάση για έναν δεύτερο καφέ κάναμε και στα Τρίκαλα. Απείχαν μόλις 20 λεπτά από την Καλαμπάκα και ο καιρός ήταν δελεαστικά ηλιόλουστος για να μην σταματήσουμε. Πανέμορφη πόλη με χαμηλές πολυκατοικίες και το ποτάμι να διασχίζει το κέντρο της. Στην πλατεία με το συντριβανάκι καθόντουσαν ηλικιωμένοι απολαμβάνοντας την μέρα. Ενώ λίγο πιο δίπλα βρισκόταν ένας πεζόδρομος γεμάτος καφέ και μαγαζιά.
Το ποτάμι που διασχίζει την πόλη.
Τελικά συμπεράσματα είναι πως αυτή η τελευταία εκδρομή που πρόλαβα να κάνω μου άφησε ένα συναίσθημα ηρεμίας. Τα βράχια, οι μονές, ο κόσμος το φυσικό τοπίο όλα συμβάλουν στο δέος και ταυτόχρονα την γαλήνη που βίωσα. Δεν ήθελα να γυρίσω πίσω και είμαι σίγουρη πως οποιοσδήποτε το τολμήσει (καιρού θέλοντος και covid επιτρέποντος) θα φύγει με την ίδια “γλυκιά γεύση”…